Βυθίζοντας το βλέμμα μου
στο χάραμα της μέρας,
βλέπω στο δρόμο ένα παιδί,
να τρέχει σαν αέρας
στο χάραμα της μέρας,
βλέπω στο δρόμο ένα παιδί,
να τρέχει σαν αέρας
Καθώς περνάει σφυρίζοντας
ξεντύνει τα κλαριά
Στολίζει με τα φύλλα τους
της γής τη φορεσιά
ξεντύνει τα κλαριά
Στολίζει με τα φύλλα τους
της γής τη φορεσιά
Τα γέλια του Χρυσάνθεμα
που ανθίζουν στα παρτέρια
Τον ήλιο και τα σύννεφα
κρατάει στα δυό του χέρια
που ανθίζουν στα παρτέρια
Τον ήλιο και τα σύννεφα
κρατάει στα δυό του χέρια
Όταν θέλει πεντόβολα
να παίξει σαν παιδί,
πότε του φεύγει ο ήλιος του
και πότε η βροχή
να παίξει σαν παιδί,
πότε του φεύγει ο ήλιος του
και πότε η βροχή
Μοιάζει πολύ στ’αδέρφια του
στο ύφος και στο χρώμα
Φθινόπωρο τον γέννησε
μα προσμένει τον Χειμώνα!
στο ύφος και στο χρώμα
Φθινόπωρο τον γέννησε
μα προσμένει τον Χειμώνα!
Νοέμβρη λέει πως τον λένε
μα όταν μετράει δεκαεπτά,
τα δυό του μάτια κλαίνε
για όλα εκείνα τα παιδιά,
μα όταν μετράει δεκαεπτά,
τα δυό του μάτια κλαίνε
για όλα εκείνα τα παιδιά,
που σ’ενα κάτασπρο πανί
γράψανε ιστορία
και ένα δικό τους σύνθημα:
γράψανε ιστορία
και ένα δικό τους σύνθημα:
Ψωμί Παιδεία Ελευθερία!
Καλό μήνα!
Σοφία Μαρωνίδη