Ένεκα της ημέρας...

Ο δρόμος είχε τη δική του ιστορία
κάποιοςτην έγραψε στον τοίχο με μπογιά!

Διάβασα οτι έγραφε:
"Θα σε ξανάβρω στους μπαξέδες
τρείς του Σεπτέμβρη να περνάς
και τσικουδιά στους καφενέδες
τα παλληκάρια να κερνάς!"
Και απο τότε ανελλιπώς
πηγαίνω κάθε χρόνο
Μα στους μπαξέδες συναντώ
μια αγκινάρα μόνο
Σήμερα πήγα να τη βρώ
με αγωνία μεγάλη,
μα η ιστορία άφαντη…
Θα πήγε φαίνεται αλλού
και μ’έστησε και πάλι
Η αγκινάρα μούδωσε
μήνυμα με στοιχεία
Το άφησε στ’αγκάθια της
η ίδια η ιστορία
Διάβασα οτι έγραφε:
"Δε μένω πια εδώ
σ’ έναν κόσμο γκρεμισμένο,
Δε μένω πια εδώ
κι ούτε ξέρω πού πηγαίνω"
Παίρνω λοιπόν την τσικουδιά
πάω στους καφενέδες
για να κεράσω τα παιδιά
με εκλεκτούς μεζέδες!
Μα τι να δώ η έρημη
τι να με περιμένει;
Τα καφενεία όλα κλειστά
κι οι φίλοι μου ξενιτεμένοι
Στις φάμπρικες της Γερμανίας
και στου Βελγίου τις στοές,
πήγαν να βρούν την τύχη τους
οι εργάτες και οι φοιτητές
Αχ! κοινωνία ένοχη
κακούργα κοινωνία
έδιωξες τα παιδάκια σου
εσυ κι η ανεργία
Και τώρα πίνω τσικουδιά
μονάχη μεσ τον καφενέ
με αγκινάρα την καρδιά
και μεζεδάκι
του κόσμου τα οχι και τα ναι!
Σοφία Μαρωνίδη